Σάββατο 18 Οκτωβρίου 2014

Έναν πρωϊνόν με το ανίψιην που το Αμέρικα


Εν γεγονός ότι το blog παίζει κάποτε τζιαι το ρόλον του ημερολογίου που ποττέ εν εκράτησα. Ένα μέρος όπου μετά που λλία χρόνια, αν δεν καταρρεύσει το σύμπαν ή ο blogger ή τζιαι τα θκιό, θα επιστρέφω για να δω τι ετσαμπουνούσα, όπως κάμνω ήδη με τες πιο παλιές μου αναρτήσεις.
Έτσι σήμερα θα καταγράψω εν συντομίαν την πρωινή μας βόλτα στη Λευκωσία με τον ξάδερφον που την Αμερική. Το όνομαν του είναι Μιχάλης, σαν εμέναν, τζιαι αν δεν κάμνω λάθος είμαστεν οι μόνοι Μιχάληδες ανάμεσα σε 19 ξαδέρφκια που τη μερκά της μάμμας μου. Φυσικά, ως αμερικάνος πλέον, φωνάζουν τον Mike, αν τζιαι ανάμεσα μας υπάρχει το "Mike-me", για το οποίον θα αναφερθώ εντός ολίγου.
Ο Mike που λαλείτε εδιάσχισεν τον Ατλαντικόν για να παραστεί στη βάφτισην της τέταρτης (μάshιαλλα) κορούδας μιας ξαδέρφης μας, τζιαι μάλιστα αναλαμβάνοντας το ζηλευτόν (;) ρόλον του τατά. Έτσι, εδόθηκεν του η ευκαιρία να δει τζιαι νάκκον την υπόλοιπην οικογένειαν. Μετά που συνεννόησην στο facebook, ετηλεφωνηθήκαμεν τζιαι επήα με τον αδερφό μου να τον παραλάβουμεν για μιαν πρωινήν βόλταν στη χώρα.
Πριν μπω στες λεπτομέρειες της βόλτας, να αναφερθώ στο πως επροέκυψεν το "Mike-me". Ο Μιχάλης εν ο γιος της τελευταίας κόρης του παππού μου. Έτσι όταν εγεννήθηκεν ήμουν ήδη χαζίριν έφηβος. Συνήθως έβλεπα τον στες σπάνιες επισκέψεις της θείας που το Αμέρικα, στο προσφυγικόν σπίτι της γιαγιάς μου στην Επισκοπήν όπου εμεινίσκαν. Το νήπιον ξαδερφάκιν για κάποιον λόγον αθθύμιζεν μου τον εαυτό μου σε φωτογραφίες μου που είχα δει στες ίδιες ηλικίες, τζιαι σε συνδυασμόν με το ότι ήταν ο μόνος συνονόματος της οικογένειας, έκαμνεν με να του έχω αδυναμίαν. Η οποία τουλάχιστον τότε προφανώς ήταν αμοιβαία, διότι ο μικρούλης έκαμεν μου κάτι αγκαλιές σκέττον μέλιν, φωνάζοντας με χαράν "Mike-me, Mike-me". Που τότε, στες, στα δάκτυλα μετρημένες, φορές που εβρεθήκαμεν μέσα στες δεκαετίες, η προσφώνηση "Mike-me" του ενός στον άλλον άντεξεν ως τα σήμερα.
Οι τρεις μας εκατεβήκαμεν στην παλιά Λευκωσία, μπαίνοντας που την πύλην Αμμοχώστου. Επαρκάραμεν τζιαι επερπατήσαμεν έναν γυρόν, αρχικά που τον αλευρόμυλον του Μιτσίδη (αλήθκεια πότε εννά φύει επιτέλους που τζιαμέ;), την αρχιεπισκοπήν, το Παγκύπριον Γυμνάσιον, για να καταλήξουμεν στο Μουσείον Αγώνος. Εν ήταν "προγραμματισμένη" η επίσκεψη αλλά η πόρτα ήταν ανοικτή, εν είshιειν κανέναν shιύλλον να λάσσει, είσοδον εν μας εζητήσαν, οπότε εμπήκαμεν μέσα. 
Το μουσείον τούτον πάντα επροκαλούσεν μου μιαν αρνητικήν αίσθησην, γιατί απέπνεεν βίαν τζιαι αίμαν. Τωρά έχουν το μεταφέρει σε νέο κτίριον, τζιαι εκμοντερνίσαν το, με αποτέλεσμαν να είναι αρκετά βελτιωμένον. Αλλά τζιείνη η αύρα που με ετάραζεν μιτσήν ήταν ακόμα τζιαμέ, στες φωτογραφίες των διαμελισμένων αγωνιστών, στο καμένο σώμαν του Αυξεντίου, στα όπλα τζιαι τες πόμπες που τόσον διαφέρουν που τα παιχνίθκια των μωρών, στες αγχόνες που κρέμμουνται που το ταβάνιν. Ο Mike πάντως είδεν τα ούλλα με ενδιαφέρον. Εν τα είshιεν ξαναδεί εξάλλου.
Φέυκοντας που το μουσείον, επερπατήσαμεν στα στενά απέναντι που την πύλην Αμμοχώστου, όπου έshιει γίνει πολλά καλή δουλειά σε αναπαλαιώσεις σπιθκιών τζιαι καταστημάτων. Επεράσαμεν που το τοπικόν τζιαμί (μεν με ρωτάτε ποιον είναι) τζιαι εκαταλήξαμεν στην ίδιαν την πύλην Αμμοχώστου. Επερπατήσαμεν πάνω στα τείχη τζιαι αφήκαμεν ως τελευταίον σταθμόν, πριν πάμεν πάρακάτω, το άγαλμαν της Ελευθερίας όπου εφκάλαμεν τζιαι μιαν selfie κάτω που τον ήλιον τζιαι τα αγάλματα στο φόντο. Ο Mike είπεν μας ότι στην Αμερικήν εν είshιεν πάει ακόμα στο ομώνυμον της Νέας Υόρκης, οπότε ας εν τζιαι τούτον της Κύπρου.
Όπως οδηγούσαμεν προς Λήδρας, ερώτησα το Mike αν ενδιαφέρετουν να περάσει απέναντι στα κατεχόμενα. 
"Cousin" λαλεί μου με την γνωστήν τσιάρλικην προφοράν "δαμέ οι Τούρτζιοι εν θέλουν να δουν τους κυπραίους, εν θέλουν τους αμερικάνους, εγώ είμαι τζιαι που τα θκιό, μα που να πάω τζιειμέσα;". 
Είπαμεν του τζιαι οι θκιό ότι εν ισχύει επί της ουσίας έτσι πράμαν, ότι έshιει δέκα χρόνια που περνούν αθρώποι τζιαι που τες θκιό πλευρές τζιαι εν έγινεν κάτι σοβαρόν, αλλά εν εσυνεχίσαμεν την κουβένταν για διάβασην του οδοφράγματος στη Λήδρας. Maybe next time.
Ετελειώσαμεν τη βόλτα μας με περπάτημα στη Λήδρας, αφού επεράσαμεν που το σχολείον τζιαι την εκκλησίαν της Φανερωμένης τζιαι το οδόφραγμαν. Ένας φρέσκος χυμός κοντά στα "καλά καθούμενα", όπου μας ήβρεν άλλος ένας ξάδερφος, ντόπιος, ολοκλήρωσεν την περιοδεία μας, τζιαι επιάμεν το δρόμον της επιστροφής.
Αποχαιρετώντας τον είπα του ότι θα τα ξαναπούμεν, αν τζιαι τελικά το πρόγραμμαν εν τέθκοιον που δύσκολα θα τα καταφέρουμεν πριν φύει. Εννά στραφεί πίσω σπίτιν του, να συνεχίσει τες σπουδές του στην παθολογίαν. 'Ισως κάποια μέρα σύντομα να ικανοποιήσει τζιαι την ευτζιήν της θείας να εύρει μιαν "καλήν τύχην" τζια να κάμει οικογένεια. 
"Ότι θέλει ας ένει Μιχαήλη μου" λαλεί μου η γλυτζιά η θεία "φτάννει να εν γριστιανή ορθόδοξη". 
"Αμήν θεία μου" λαλώ της, "αμήν!".

Ώσπου να εύρει την καλήν του ο Mike-me, stay cool and keep rocking!

2 σχόλια:

  1. η Λευκωσία εν μια ζωντανή ιστορική γραμμή. που την επιδιόρθωση και τις προσθήκες στα τείχη που όσους επεράσαν, τα κοχύλια των εκατομμυρίων χρόνων, με τα τζαμιά, τις εκκλησίες, τους μετανάστες στην αυλή της φανερωμένης, την πράσινη γραμμή. υπέροχη πόλη για βόλτα με έναν ξάδελφο που την αμερική!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Φίλε, η παλιά πόλη της Λευκωσίας, σαν ενότητα, δηλαδή μαζίν με το κομμάτιν που εν κατεχόμενον, εγώ προσωπικά θεωρώ πρέπει να εν η αφετηρία κάθε επισκέπτη στην Κύπρο. Είχα την τύχην να την περπατήσω με το Μάριο Επαμεινώνδα "ξεναγόν" αλλά τζιαι να πάρω τα κοπέλια μου με τα ποδήλατα τζιαι το Nicosia Walk. Μόνον όποιος το κάμει ξέρει τι εννοώ.

      Διαγραφή