Πήγαμε χτες οικογενειακώς στην Κερύνεια. Εγώ με τη γυναίκα και τους δύο γιους μας, καθώς και τα πεθερικά μου, ξεκινήσαμε πρωί-πρωί και περάσαμε το οδόφραγμα στον Αγ. Δομέτιο. Περάσαμε από τα βόρεια προάστια της Λευκωσίας και στρίψαμε προς τα βόρεια για την Κερύνεια.
Αρχικά περάσαμε από ήδη οργωμένα χωράφια, κίτρινα ήδη και γεμάτα με μπάλες σανού. Σύντομα ο δρόμος άρχισε να ανηφορίζει και φτάσαμε πλέον στους πρόποδες του Πενταδακτύλου. Πρώτη φορά τον έβλεπα από τόσο κοντά και έδειχνε ένα βουνό ξένο και εξαιρετικά ενδιαφέρον. Ο δρόμος πήρε κλίση και για κάποιο λόγο περίμενα σύντομα να αρχίσουν οι στροφές ενός βουνίσιου δρόμου αλλά διαπίστωσα με έκπληξη ότι ο δρόμος περνά μέσα από μια χαράδρα και δεν δρασκελίζουμε ουσιαστικά το βουνό αλλά πρόκειται περί περάσματος. Αυτό μου έδειξε και πόσο λίγα ξέρω για τη γεωγραφία του ίδιου μου του τόπου.
Η χαράδρα έδειξε ήδη πόσο αλλάζει η διαμόρφωση και τα χρώματα όσο προχωράς προς το βόρειο μέτωπο της οροσειράς. Την κίτρινη πεδιάδα διαδέχτηκε μια πράσινη κοιλάδα με δάσος και πολύ πράσινο. Ξεχώρισα επίσης κάτι παράξενα κόκκινα πετρώματα που έδιναν στο βουνό μια άγρια ομορφιά. Σύντομα περάσαμα από μια έξοδο που έδειχνε "Άγιος Ιλαρίωνας" στα αγγλικά και πήρα έγκριση να τον επισκεφτούμε στην επιστροφή.
Λίγο μετά την έξοδο αυτή περάσαμε απέναντι και αντικρύσαμε από ψηλά την Κερύνεια. Μου θύμισε λίγο την εικόνα της Πάφου μόλις φανεί πριν το πρώτο κυκλικό της κόμβο, δηλαδή μιας πόλης μικρής αλλά με ραγδαία ανοικοδόμηση γύρω από τον παραδοσιακό πυρήνα. Το λιμανάκι που ανυπομονούσα να δω δεν ήταν φυσικά ορατό, αλλά φαινόταν ένα νέο λιμάνι με κάποια εντυπωσιακά σκάφη. Στο σημείο εξόδου ο δρόμος συνεχιζόταν προς το/την Lapta, η οποία υπέθεσα είναι η ονομασία των τουρκαλάδων για τη Λάπηθο. Δεν κατέστη δυνατό να το επιβεβαιώσω. Αργότερα από το ύψος του κάστρου του Αγ. Ιλαρίωνα διαπίστωσα ότι ο δρόμος συνεχιζόταν με τέσσερις λωρίδες για μεγάλη απόσταση.
Μετά από εξερεύνηση ενός τετάρτου με το αυτοκίνητο στα στενά δρομάκια του παλαιού πυρήνα, παρκάραμε και συνεχίσαμε πεζοί προς το λιμανάκι. Και νά'σου μπροστά μας η εικόνα που είχα δει τόσες φορές σε φωτογραφίες, την οποία συνέδεσα άρρηκτα με την κατοχή και τον πόθο της επίσκεψης (επιστροφή μόνο για όσους έζησαν εκεί εν πάσει περιπτώσει). Μετά από ένα πρώτο πεντάλεπτο "δέους", η προσγείωση στην πραγματικότητα. Ένα κλασσικό, νησσιώτικο λιμανάκι με ένα ταλαιπωρημένο κάστρο και λίγες βάρκες στριμωγμένες, η μυρωδιά ψαρίλας και τηγανίλας και οι γνωστοί "κράχτες" των τουριστικών εστιατορίων. Ορισμένοι μάλιστα καλοί γνώστες ελληνικών αφού, όπως διαπιστώσαμε σύντομα, είναι πολλοί οι έλληνες επισκέπτες (καλό αυτό βεβαίως). Εντυπωσιακή η ταμπέλα στα ελληνικά του "ψαρά από το Ζύγι", ενός τουρκοκύπριου που μόλις άκουγε ελληνικά πλησίαζε για κουνουσμά. Κατά τα άλλα, πλήρης απομυθοποίηση της "Κερύνειας" μας...
Αφού φάγαμε ψάρι, για το οποίο μας έπιασαν τον ποπό κανονικά, περπατήσαμε γύρω-γύρω από το κάστρο (σαφώς χρειάζεται περιποίηση) και λίγο σε κάποια στενά δρομάκια νοτίως του λιμανιού, για να καταλήξουμε στο αυτοκίνητο μας. Μου έκανε εντύπωση που άντεξαν οι μικροί χωρίς γκρίνια το περπάτημα, που ήταν αρκετό.
Από την Κερύνεια επιστρέψαμε στον δρόμο που μας έφερε, με προορισμό τον Άγ. Ιλαρίωνα. Εκεί μάλιστα(!), είχαμε κάτι το ιδιαίτερο. Απίστευτη θέα των βορείων παραλίων που έφτανε μέχρι τα παράλια της Μ. Ασίας. Και ένα κάστρο κυριολεκτικά σκαλισμένο στο βράχο. Οι τουρκαλλάδες βάλαν και μια ευφάνταστη κοτσάνα ότι τάχατες εικάζεται ότι ο Walt Disney εμπνεύστηκε το κάστρο της Disneyland από το κάστρο αυτό. Φαίνεται το ψώνιο εν το έχουμε μόνο εμείς.
Ανεβήκαμε αρκετά πάνω όλοι και απολαύσαμε τη μαγευτική, μέχρι δέους, θέα, ενώ το κάστρο έβγαζε μια πολύ ενδιαφέρουσα ατμόσφαιρα με την κλιμάκωση του, τις πέτρες, τα δωμάτια και τα σκαλιά του που δεν είχαν τέλος. Τα κοπέλια πάλι με εξέπληξαν διότι ενώ δεν είναι ούτε τεσσάρων χρόνων κότσιροι, ανέβηκαν μέχρι πάνω αδιαμαρτύρητα. Βγάλαμε και ωραίες φωτογραφίες. Τα πεθερικά μου βέβαια δεν ενθουσιάστηκαν με την ανάβαση, αλλά νομίζω ότι τους άρεσε το όλο παραμύθι.
Κατεβήκαμε στο κιλικείο για καφέ και πήραμε το δρόμο του γυρισμού, νωρίς το απόγευμα πλέον. Είχαμε δει την Κερύνεια και το κάστρο του Αγ. Ιλαρίωνα, αφού χρειάστηκε πρώτα να φτάσω εγώ και η γυναίκα μου τα 36-37. Τα πεθερικά μου είχαν να πάνε από την δεκαετία του '60. Μια κουβέντα της γυναίκας μου τα είπε όλα, καθώς καθόμαστε για φαγητό στο λιμανάκι: "Νιώθω λες και έχω πάει σε ξένο τόπο, κάπου στο εξωτερικό". How true...
Stay cool and Keep rocking!!
Αρχικά περάσαμε από ήδη οργωμένα χωράφια, κίτρινα ήδη και γεμάτα με μπάλες σανού. Σύντομα ο δρόμος άρχισε να ανηφορίζει και φτάσαμε πλέον στους πρόποδες του Πενταδακτύλου. Πρώτη φορά τον έβλεπα από τόσο κοντά και έδειχνε ένα βουνό ξένο και εξαιρετικά ενδιαφέρον. Ο δρόμος πήρε κλίση και για κάποιο λόγο περίμενα σύντομα να αρχίσουν οι στροφές ενός βουνίσιου δρόμου αλλά διαπίστωσα με έκπληξη ότι ο δρόμος περνά μέσα από μια χαράδρα και δεν δρασκελίζουμε ουσιαστικά το βουνό αλλά πρόκειται περί περάσματος. Αυτό μου έδειξε και πόσο λίγα ξέρω για τη γεωγραφία του ίδιου μου του τόπου.
Η χαράδρα έδειξε ήδη πόσο αλλάζει η διαμόρφωση και τα χρώματα όσο προχωράς προς το βόρειο μέτωπο της οροσειράς. Την κίτρινη πεδιάδα διαδέχτηκε μια πράσινη κοιλάδα με δάσος και πολύ πράσινο. Ξεχώρισα επίσης κάτι παράξενα κόκκινα πετρώματα που έδιναν στο βουνό μια άγρια ομορφιά. Σύντομα περάσαμα από μια έξοδο που έδειχνε "Άγιος Ιλαρίωνας" στα αγγλικά και πήρα έγκριση να τον επισκεφτούμε στην επιστροφή.
Λίγο μετά την έξοδο αυτή περάσαμε απέναντι και αντικρύσαμε από ψηλά την Κερύνεια. Μου θύμισε λίγο την εικόνα της Πάφου μόλις φανεί πριν το πρώτο κυκλικό της κόμβο, δηλαδή μιας πόλης μικρής αλλά με ραγδαία ανοικοδόμηση γύρω από τον παραδοσιακό πυρήνα. Το λιμανάκι που ανυπομονούσα να δω δεν ήταν φυσικά ορατό, αλλά φαινόταν ένα νέο λιμάνι με κάποια εντυπωσιακά σκάφη. Στο σημείο εξόδου ο δρόμος συνεχιζόταν προς το/την Lapta, η οποία υπέθεσα είναι η ονομασία των τουρκαλάδων για τη Λάπηθο. Δεν κατέστη δυνατό να το επιβεβαιώσω. Αργότερα από το ύψος του κάστρου του Αγ. Ιλαρίωνα διαπίστωσα ότι ο δρόμος συνεχιζόταν με τέσσερις λωρίδες για μεγάλη απόσταση.
Μετά από εξερεύνηση ενός τετάρτου με το αυτοκίνητο στα στενά δρομάκια του παλαιού πυρήνα, παρκάραμε και συνεχίσαμε πεζοί προς το λιμανάκι. Και νά'σου μπροστά μας η εικόνα που είχα δει τόσες φορές σε φωτογραφίες, την οποία συνέδεσα άρρηκτα με την κατοχή και τον πόθο της επίσκεψης (επιστροφή μόνο για όσους έζησαν εκεί εν πάσει περιπτώσει). Μετά από ένα πρώτο πεντάλεπτο "δέους", η προσγείωση στην πραγματικότητα. Ένα κλασσικό, νησσιώτικο λιμανάκι με ένα ταλαιπωρημένο κάστρο και λίγες βάρκες στριμωγμένες, η μυρωδιά ψαρίλας και τηγανίλας και οι γνωστοί "κράχτες" των τουριστικών εστιατορίων. Ορισμένοι μάλιστα καλοί γνώστες ελληνικών αφού, όπως διαπιστώσαμε σύντομα, είναι πολλοί οι έλληνες επισκέπτες (καλό αυτό βεβαίως). Εντυπωσιακή η ταμπέλα στα ελληνικά του "ψαρά από το Ζύγι", ενός τουρκοκύπριου που μόλις άκουγε ελληνικά πλησίαζε για κουνουσμά. Κατά τα άλλα, πλήρης απομυθοποίηση της "Κερύνειας" μας...
Αφού φάγαμε ψάρι, για το οποίο μας έπιασαν τον ποπό κανονικά, περπατήσαμε γύρω-γύρω από το κάστρο (σαφώς χρειάζεται περιποίηση) και λίγο σε κάποια στενά δρομάκια νοτίως του λιμανιού, για να καταλήξουμε στο αυτοκίνητο μας. Μου έκανε εντύπωση που άντεξαν οι μικροί χωρίς γκρίνια το περπάτημα, που ήταν αρκετό.
Από την Κερύνεια επιστρέψαμε στον δρόμο που μας έφερε, με προορισμό τον Άγ. Ιλαρίωνα. Εκεί μάλιστα(!), είχαμε κάτι το ιδιαίτερο. Απίστευτη θέα των βορείων παραλίων που έφτανε μέχρι τα παράλια της Μ. Ασίας. Και ένα κάστρο κυριολεκτικά σκαλισμένο στο βράχο. Οι τουρκαλλάδες βάλαν και μια ευφάνταστη κοτσάνα ότι τάχατες εικάζεται ότι ο Walt Disney εμπνεύστηκε το κάστρο της Disneyland από το κάστρο αυτό. Φαίνεται το ψώνιο εν το έχουμε μόνο εμείς.
Ανεβήκαμε αρκετά πάνω όλοι και απολαύσαμε τη μαγευτική, μέχρι δέους, θέα, ενώ το κάστρο έβγαζε μια πολύ ενδιαφέρουσα ατμόσφαιρα με την κλιμάκωση του, τις πέτρες, τα δωμάτια και τα σκαλιά του που δεν είχαν τέλος. Τα κοπέλια πάλι με εξέπληξαν διότι ενώ δεν είναι ούτε τεσσάρων χρόνων κότσιροι, ανέβηκαν μέχρι πάνω αδιαμαρτύρητα. Βγάλαμε και ωραίες φωτογραφίες. Τα πεθερικά μου βέβαια δεν ενθουσιάστηκαν με την ανάβαση, αλλά νομίζω ότι τους άρεσε το όλο παραμύθι.
Κατεβήκαμε στο κιλικείο για καφέ και πήραμε το δρόμο του γυρισμού, νωρίς το απόγευμα πλέον. Είχαμε δει την Κερύνεια και το κάστρο του Αγ. Ιλαρίωνα, αφού χρειάστηκε πρώτα να φτάσω εγώ και η γυναίκα μου τα 36-37. Τα πεθερικά μου είχαν να πάνε από την δεκαετία του '60. Μια κουβέντα της γυναίκας μου τα είπε όλα, καθώς καθόμαστε για φαγητό στο λιμανάκι: "Νιώθω λες και έχω πάει σε ξένο τόπο, κάπου στο εξωτερικό". How true...
Stay cool and Keep rocking!!
Φίλε Γουφ,
ΑπάντησηΔιαγραφήΔιάβασα με ενδιαφέρον το κείμενό σου.
Η αλήθεια είναι μία: Δεν μπορεί να επισκέπτεται κανείς άσκεπτα την Κερύνεια, γιατί η Κερύνεια είναι κατεχόμενη. Δεν μπορούμε να επισκεπτόμαστε γενικώς τα κατεχόμενα, αφού είναι κατεχόμενα εξ ορισμού!
Απλά επισκεπτόμαστε το ψευδοκράτος. Και το δικό μου πρόβλημα είναι αυτό: ότι οι επισκέψεις μου στο ψευδοκράτος δεν είναι επισκέψεις, αλλά ψευδοεπισκέψεις!
Γενικά, δεν ξέρω εάν νιώθω συγκίνηση ή θυμό ή πίκρα ή αδυναμία και ανασφάλεια, αλλά σίγουρα με γεμίζουν πολλά αρνητικά συναισθήματα κάθε φορά που επισκέπτομαι τα κατεχόμενα. Όμως συγχρόνως (και δεν ντρέπομαι να το πω) απολαμβάνω στο μέγιστο βαθμό τις στιγμές της επίσκεψής μου).
Την πρώτη φορά θυμάμαι, που επισκέφτηκα τον κατεχόμενο τόπο μου, αναλώθηκα σε πολλά πρακτικά θέματα όπως μελέτη του χάρτη και φροντίδα των συνεπιβατών μου), έτσι ώστε να μην αφήσω στον εαυτό μου πολλά περιθώρια για συγκίνηση.
Τώρα πια, κάθε φορά που "περνώ απέναντι" νιώθω λες και είμαι ένας απλός τουρίστας-επισκέπτης, που προσπαθεί να πάρει γεύσεις-εικόνες-μυρωδιές από τον τόπο που επισκέπτεται. Ομως οφείλω επίσης να ομολογήσω ότι κατά βάθος κάτι με βαραίνει. Και αυτό που με βαραίνει περισσότερο είναι ο φόβος ότι κάνω κάτι λάθος, ότι ίσως και αυτές οι αθώες μου επισκέωεις δεν είναι και τόσο πολιτικά αθώες. Γι άυτό πιστεύω ότι θα πρέπει να δοθεί μια λύση, μια λύση που θα κάνει τις ψευδοεπισκέψεις μου στο ψευδοκράτος ΑΛΗΘΙΝΕΣ!
Φίλε γενικά σέβομαι την άποψη σου αλλά υπάρχει το εξής θέμα: σκέψη/ λογική και συναίσθημα. Το "βάρος" και ο "φόβος" που νοιώθεις είναι συναισθήματα και όχι λογική/ σκέψη. Αντίθετα, η τάση σου να "πάρεις μυρωδιές/ γεύσεις/ εικόνες" είναι η λογική σου πλευρά και αυτή καλά κάνεις να ακούσεις. Η γη που θεωρούμε δική μας δεν νοιάζεται τι την θεωρούμε, ή εμείς ή οι τουρκαλλάδες ούτε θέτει "ψευδο" διλήμματα. Είναι εκεί εδώ και τουλάχιστον 2 εκατομμυρια χρόνια (στη σημερινή της μορφή διότι άρχισε να ανεβαίνει από το βυθό 9 εκατομμύρια χρόνια πριν). Επίσης, μέχρι αποδείξεως του εναντίον, δεύτερη ζωή δεν έχει. Και είναι τουλάχιστον παράνοια να ξεσηκώνεσαι να πας στην άκρη του κόσμου για να δεις/ ακούσεις/ γευτείς/ ακουμπήσεις τα ωραία σου λεφτάκια και να αρνείσαι στον εαυτό σου τέτοια μαγεία επειδή κάποιοι εδώ και δεκαετίες σου έχουν υποβάλει "ψευδο"στερεότυπα περί υπέρτατου δικαίου και μετά θανάτου ζωής. Σε ευχαριστώ για τη συζήτηση σε κάθε περίπτωση.
ΑπάντησηΔιαγραφή